Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2013

Anna Karenina


Η κινηματογραφική προσέγγιση του Joe Wright, στην Anna Karenina του Leo Tolstoy, είναι πρωτοποριακή και ιδιαίτερα πειστική. Πρόκειται για μια ταινία που δεν ενδιαφέρεται να εντυπωσιάσει  με την δραματουργική της εξέλιξη, άλλωστε θεωρεί δεδομένο ότι ο θεατής ακόμη και αν δεν έχει διαβάσει το βιβλίο, τουλάχιστον είναι ενήμερος για τη υπόθεσή του. Το πάντρεμα της θεατρικής σκηνής με τα κινηματογραφικά πλάνα είναι το όχημα για να περάσει από την προεπαναστατική Ρωσία μέχρι τον 21ο αιώνα. Από την μια μεριά διατηρεί το άρωμα της εποχής, μέσω των κοστουμιών, των σκηνικών, του τρόπου στησίματος των ηθοποιών και από την άλλη το υπονομεύει συνεχώς, οδηγώντας τους πίσω από την αυλαία και  στα παρασκήνια του θεάτρου. Με αυτό το ευφυές τέχνασμα ο σκηνοθέτης πρωτοτυπεί, πράγμα αναγκαίο σε ένα έργο που έχει «αγγιχθεί» από πολλούς και σε διάφορες εποχές, αλλά ταυτόχρονα το εξελίσσει αντλώντας κέρδος από την αμεσότητα του θεατρικού λόγου, όταν αυτός κινηματογραφείται από αεικίνητες κάμερες, που τρυπώνουν στα πιο απίθανα σημεία. Οι χαρακτήρες του Tolstoy δεν είναι απλά οι ηθοποιοί του Wright, αλλά είναι επίσης και οι θεατές του ψυχισμού των συμπρωταγωνιστών τους και από αντανάκλαση θεατές των αντιδράσεων του ίδιου του κοινού. Αυτό ακριβώς το λειτουργικό κόλπο αντισταθμίζει το πομπώδες, φαραωνικό στυλ που υιοθετεί η ταινία σε όλη την διάρκειά της, με σκοπό προφανώς να συμπεριληφθεί στις κλασσικές του είδους. Πράγμα φυσικά απίθανο, διότι με εξαίρεση τον καταπληκτικό Jude Law στον ρόλο του Alexei Karenin, το πρωταγωνιστικό δίδυμο Keira Knightley και Aaron Johnson απέχει πολύ από το να πείσει, ότι αποτελεί την αφορμή για την προσωπική αδιέξοδη επανάσταση, που προηγήθηκε της επίσης αδιέξοδης συλλογικής. Η παράλληλη αφήγηση της  ιστορίας του Konstantin Levin (Domhnall Gleeson), αν και δεν καλύπτει επαρκώς τα στάδια των προεπαναστατικών ζυμώσεων που παραπέμπουν στην «αναρχική» ματιά του συγγραφέα, εντούτοις περιλαμβάνουν πλάνα εξαιρετικής αισθητικής. 

Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2013

El Bola-Ο Μπάλας


Από την ΚινηματογραφικήΛέσχη Πεύκης προβλήθηκε η ισπανική ταινία του Achero Mañas, “El Bola” (Ο Μπάλας).
Θέμα της ταινίας το μείζον πρόβλημα της επαναλαμβανόμενης ενδοοικογενειακής βίας με θύματα τα παιδιά. Η κακοποίηση, λεκτική και σωματική, των πιο αδύναμων μελών της οικογένειας και τα προβλήματα που αυτή δημιουργεί. Εκτός από το σοβαρότερο, την απειλή της σωματικής ακεραιότητας του παιδιού, παρουσιάζονται στην ταινία με τρόπο σαφή και οι υπόλοιπες παρενέργειες αυτού του φαινομένου. Το αίσθημα της μειωμένης αυτοεκτίμησης, η ενοχή ή η συνενοχή των μελών της οικογένειας που συμμετέχουν στην κακοποίηση ή που δεν συμμετέχουν ενεργά, αλλά αρνούνται να καταγγείλουν το γεγονός, η δημιουργία «στεγανών» που απομονώνουν την οικογένεια από την υπόλοιπη κοινωνία και ταυτόχρονα η παρεμπόδιση όσων προσπαθούν να εισχωρήσουν, για να διορθώσουν την κατάσταση, με την αποφυγή των κοινωνικών συναναστροφών, τα ψέματα κ.λ.π. Θίγεται ακόμα και η απροθυμία, σε κάποιες περιπτώσεις επίσημων φορέων, όπως το σχολείο και οι κοινωνικοί λειτουργοί, να παρέμβουν από την αρχή, με το σκεπτικό του σεβασμού απέναντι στην ιδιωτικότητα του οικογενειακού χώρου και της διακριτικότητας ή της έλλειψης χειροπιαστών αποδείξεων.
Ο 12χρονος Pablo, με το παρατσούκλι «Ο μπάλας», γιατί συνέχεια κρατάει στα χέρια του ένα μικρό βώλο, ζει μέσα σε μια φοβισμένη, συντηρητική οικογένεια. Ένας αυστηρός βίαιος πατέρας, μια μητέρα άβουλη και αμίλητη, μια γιαγιά ανάπηρη σχεδόν κατάκοιτη και το φάντασμα του χαμένου σε αυτοκινητιστικό ατύχημα αδελφού πριν αρκετά χρόνια. Ο ερχομός στο σχολείο ενός νέου συμμαθητή, του Alfredo, από ένα τελείως διαφορετικό κοινωνικό backround, θα φέρει τα πάνω κάτω, επηρεάζοντας σαν καταλύτης και φέρνοντας στην επιφάνεια το βαθιά κουκουλωμένο και ένοχο μυστικό της οικογένειας.
Ο σκηνοθέτης επιλέγει να στηρίξει την αφήγησή του πάνω στην αντιδιαστολή δυο εκ διαμέτρου αντίθετων, από άποψη κουλτούρας, οικογενειακών προτύπων. Η οικογένεια του Pablo ένα υπόδειγμα μικροαστισμού και φθηνού καθωσπρεπισμού, απέναντι στην οικογένεια του Alfredo, που οι γονείς του αποτελούν τις προεκτάσεις μιας γενιάς που μεγάλωσε με αντικομφορμιστικά πρότυπα, πλην όμως ενσωματώθηκε στο σύστημα διατηρώντας τους παλαιούς κώδικες συμπεριφοράς, τουλάχιστον σε επίπεδο εξωτερικό, ενδυμασίας, τρόπου ομιλίας, αποδοχής αξιακών προτύπων κ.λ.π.
Πρόκειται για μια ταινία λιτή, χωρίς έντονες σκηνοθετικές παρεμβάσεις, απλή ως προς την κατανόηση της, αλλά υπερβολικά σκληρή. Η αίσθηση είναι, ότι ακόμη και στα σημεία που υπερβάλλει το κάνει για καλό σκοπό, μιας και φωτίζει μια σκοτεινή πλευρά του κόσμου που μας περιβάλλει και που πολλές φορές ανακαλύπτουμε, ότι βρίσκεται ακριβώς μέσα μας. 

Δευτέρα 7 Ιανουαρίου 2013

Monsieur Lazhar-Ο εξαιρετικός κύριος Λαζάρ


Πρόκειται για μια εξαιρετική ταινία, που περιγράφει την ζωή ενός μη εξαιρετικού ήρωα, από τα μέσα μιας σχολικής χρονιάς, μέχρι λίγο πριν το τέλος της. «Ο εξαιρετικός κύριος Lazhar», του Philippe Falardeau, δεν έχει κάτι το χαρισματικό, ούτε το εξαιρετικό επάνω του. Μετανάστης από την Αλγερία, φθάνει στο Κεμπέκ του Καναδά, όπου ζητά πολιτικό άσυλο, γιατί στην χώρα του κινδυνεύει η ζωή του- έχει χάσει ολόκληρη την οικογένειά του μετά από στοχευμένη επίθεση των ισλαμιστών εναντίον της γυναίκας του- και προσλαμβάνεται, για να αναπληρώσει την θέση μιας δασκάλας που αυτοκτόνησε σε ένα δημοτικό σχολείο.

Ο Philipe Falardeau επικεντρώνει τα βέλη του στην παθογένεια της συμπεριφοράς ανάμεσα στους πολίτες των ανεπτυγμένων κοινωνιών, όταν οι κανόνες συμβίωσης που αντανακλούν στο κοινωνικό κράτος, στον αμοιβαίο σεβασμό, στα ανθρώπινα δικαιώματα ,«αποστεώνονται» και χάνουν εν μέρει την λειτουργικότητά τους, σαν χειρουργικά εργαλεία στα χέρια μαθητευόμενων γιατρών. Κατακτήσεις που κερδήθηκαν με κόπους και θυσίες και σκοπό έχουν να προστατεύσουν τους κάθε φορά πιο αδύναμους, όπως τα παιδιά,  οι μετανάστες κ.λ.π. συνεχίζουν να λειτουργούν με «κεκτημένη ταχύτητα», ομογενοποιώντας ιδιαιτερότητες και στο όνομα της ατομικότητας, στο τέλος να συνθλίβουν το ίδιο το άτομο.

Ο σκηνοθέτης φυσικά κάνει κριτική στην λάθος εφαρμογή και στην έλλειψη παραμετροποίησης αυτής της διαδικασίας, που αφορά βέβαια τις πιο ανεπτυγμένες περιοχές του πλανήτη. Ο Monsieur Lazhar (Mohamed Fellag) με τίποτα δεν θα άλλαζε την political correct ατμόσφαιρα του Κεμπέκ, για να γυρίσει πίσω στην μίζερη και επικίνδυνη πραγματικότητα της γενέτειράς του.

Το σενάριο, στιβαρό και υπαινικτικό, καταπιάνεται με αποτελεσματικότητα και θίγει ένα σωρό πτυχές της σύγχρονης ζωής, όπως ο ρατσισμός, η χορήγηση πολιτικού ασύλου, οι σχέσεις γονιού-παιδιού και γονιού με τον εκπαιδευτικό, το bullying στα πλαίσια του σχολικού περιβάλλοντος, η ζωή μέσα στην σχολική αίθουσα και ο τρόπος μετάδοσης της γνώσης, η ίδια η παιδική ηλικία  που ακροβατεί ανάμεσα στην τρυφερότητα και την ωριμότητα, που προκύπτει, όχι σαν αφομοίωση εμπειριών, αλλά σαν απορρόφηση τεράστιων ποσοτήτων πληροφοριακών gigabytes.

Η ταινία δεν δίνει λύσεις, δεν έχει τίποτα το διδακτικό. Δεν κάνει το λάθος να «δείξει» προς μια ιδανική κοινωνία ισορροπημένων και σωστά εκπαιδευμένων πολιτών, που θα διορθώσουν κάποια στιγμή όλα τα κακώς κείμενα. Ταυτόχρονα δεν δείχνει και που βρίσκεται το λάθος. Ο θεατής μπορεί να το αναγνωρίσει, συγκρίνοντας αυτό που βλέπει… με την δική του πραγματικότητα.

Οι ερμηνείες των ηθοποιών και ιδιαίτερα των μικρών παιδιών είναι συγκλονιστικές.