Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2011

Kâbê-Καμπέι η μητέρα μας


Η ταινία Kabe, του γιαπωνέζου σκηνοθέτη Yoji Yamada, μας μεταφέρει στην Ιαπωνία του 2ου παγκοσμίου πολέμου. Η εννιάχρονη Teruyo Nogami (Miku Sato) περιγράφει τα γεγονότα που σημάδεψαν την ζωή της και την ζωή της πατρίδας της.
Ο σκηνοθέτης σε αυτήν την μεγάλης διάρκειας ταινία- περίπου δυο ώρες και κάτι- προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στο γενικό πολιτικό πλαίσιο της αυτοκρατορικής Ιαπωνίας, με τον καλπάζοντα εθνικισμό να επικρατεί καταπνίγοντας κάθε διαφορετική φωνή και στην λεπτή, διάφανη σχεδόν αισθηματική ιστορία που προσπαθεί να αναπτυχθεί, ανάμεσα στην Kayo(Sayuri Yoshinaga)- μητέρα της Teryuo- και στον μαθητή του άντρα της, τον φοιτητή Yamazaki (Tadanobu Asano), καθώς ο πρώτος βρίσκεται στην φυλακή κατηγορούμενος, σαν «λόγιος» και κομμουνιστής.
Με κεντρικό σκηνικό την είσοδο του σπιτιού των Nogami και την εγγύς γειτονιά τους, παρακολουθούμε τις εποχές να εναλλάσσονται μέσα από πλάνα ορισμένα με ακρίβεια και λεπτομέρεια. Γραφή απλή, με «ανάσες» ανεπαίσθητου χιούμορ που κυρίως έχει να κάνει με το μεγάλωμα των παιδιών της οικογένειας της Teryuo δηλαδή και της λίγα χρόνια μεγαλύτερης της αδελφής, με πολλές πληροφορίες για την Ιαπωνική καθημερινότητα της εποχής, τροφή για σκέψη για τον δυτικό θεατή, που βρίσκεται μακριά από τον πολιτισμό αυτόν.
Η διήγηση της Teryuo έχει τα χαρακτηριστικά των κεφαλαίων ενός βιβλίου. Ξεκινά με την σύλληψη του πατέρα της από την αστυνομία, ως αντιστασιακός απέναντι στο καθεστώς και συνεχώς προσθέτει και αναλύει καινούργια πρόσωπα- χαρακτήρες αντιπροσωπευτικούς της εποχής αυτής. Με σχηματικό, αλλά αρκετά διεισδυτικό τρόπο ερχόμαστε σε επαφή με τις διαφορετικές στάσεις ζωής των ανθρώπων απέναντι στον φόβο της εξουσίας. Η πλειοψηφία που συμμορφώνεται και οι μειοψηφίες από τις οποίες άλλες αντιδρούν ανοιχτά και άλλες σηκώνουν ένα διάτρητο όπως αποδεικνύεται φράχτη προστασίας. Η πνευματική τάξη της εποχής, ουραγός του εθνικισμού προσφέρει νομιμοποίηση στο αυταρχικό καθεστώς. Το συνοικιακό συμβούλιο κάτω από τον φόβο της αστυνομίας κάνει τις δικές του μικρές επαναστάσεις, προωθώντας πράξεις αλληλεγγύης. Ο αδελφός της Kayo, μια φιγούρα πληθωρική και εξωστρεφής, έρχεται σε ρήξη με το «σύστημα», αλλά όχι από την πλευρά μιας προοδευτικής αντίληψης. Περισσότερο αντιδρά στον διάχυτο μιλιταρισμό, που επιχειρείται να επιβληθεί στην κοινωνία και θίγει το δικό του bon viveur μικρόκοσμο. Ο ιδεαλιστής φοιτητής Yamazaki ερωτευμένος σιωπηλά με την Kabe, η αδελφή του κρατούμενου, η Hatsuko, που σπουδάζει ζωγραφική και αντιμετωπίζει την κατάσταση με μια εσωτερική ψυχική δύναμη και αξιοπρέπεια.
Σε αυτό το ταραγμένο φόντο η οικογένεια μαθαίνει να ζει, χωρίς την παρουσία του πατέρα, να ξεπερνάει τις δυσκολίες την πείνα, την ανασφάλεια. Ζει ολόκληρη την μετάβαση από τις κορώνες του ψευτο-πατριωτισμού και της πολεμολαγνείας, ως το συλλογικό πένθος της κατάρρευσης και του πυρηνικού ολέθρου.
Μια ταινία αληθινή, ίσως λίγο ανισόρροπη στην προσπάθεια της να μιλήσει για πολλά πράγματα ταυτόχρονα και με αρκετές- ειδικά προς το τέλος όπου γυρίζει την αφήγηση σε ενεστώτα χρόνο- ακροβασίες σε στυλ μελό. Δυνατό της σημείο, πάνω από όλα, η «γιαπωνέζικη» ματιά της.

Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2011

Le gamin au velo-Το παιδί με το ποδήλατο


Ο 12χρονος Cyril είναι πολύ καλός ποδηλάτης, όμως πρέπει από πολύ νωρίς να καβαλήσει «μεγαλίστικο» ποδήλατο, για να μπορέσει να τρέξει γρήγορα και να αφήσει πίσω του την σκληρή πραγματικότητα.
Δυνατή η ταινία των αδελφών Dardenne, αρκετά διεισδυτική, χωρίς ίχνος μεγαλοστομίας ή εύκολων ηθικών διδαγμάτων. Διακινδυνεύει ακόμα να αφήσει αναπάντητα ερωτηματικά στον θεατή, που θα επιθυμήσει να σταθεί λεπτομερειακά στα κίνητρα των πράξεων των πρωταγωνιστών. Ακριβώς, γιατί η ιστορία του πιτσιρίκου Cyril (Thomas Doret) δεν έχει να κάνει τόσο με την δική του αναποδιά να είναι ένα ανεπιθύμητο παιδί μιας διαλυμένης οικογένειας, ούτε με την αντίδραση της καλής του «νεράιδας», της Samantha (Cecile de France).
Κινηματογραφημένη με ρεαλισμό λοιπόν, «πηδάει» μυθοπλαστικούς σκοπέλους και οδηγεί με σιγουριά στο συμπέρασμα. Ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος, γέννημα θρέμμα του ευρωπαϊκού πολιτισμού, μπορεί και πρέπει να τον βοηθήσει να πάει παρακάτω. Ακόμα και αυτές τις δύσκολες ώρες της πολιτικής και οικονομικής φουρτούνας, που το κράτος πρόνοιας συρρικνώνεται, οι κατακτήσεις που απλώνουν δίχτυ προστασίας κάτω από τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα υποχωρούν, έως τείνουν να καταργηθούν, αυτό που προσλαμβάνουμε ως ελάχιστο political correct σύστημα κοινωνικής συμπεριφοράς συνεχίζει να παίζει τον σταθεροποιητικό του ρόλο, συνεπικουρούμενο από μια ατομική συμπεριφορά αλληλεγγύης, χωρίς μεγαλοστομίες και φανφάρες, που είναι αποτέλεσμα εσωτερικής καλλιέργειας και ακέραιου χαρακτήρα. Ο κόσμος της εργασίας λοιπόν, στο πρόσωπο της συνοικιακής κομμώτριας, έρχεται στο πλευρό του σύγχρονου «προλετάριου», του παραμελημένου παιδιού, του μετανάστη, του ηλικιωμένου, του άνεργου. Περασμένα όλα αυτά, σαν υποδόριες βελόνες στον αφηγηματικό ιστό, μαζί με την υπενθύμιση ότι κανείς δεν μπορεί μόνος του. Δεν υπάρχουν ατομικές λύσεις.
Ο φακός κεντράρει πάνω στην φιγούρα του μικρού πρωταγωνιστή. Από τους μεγάλους που τον περικυκλώνουν στις στιγμές της έντασης, βλέπουμε μονάχα τα σώματά τους, τα χέρια τους, τα πόδια τους. Η οργή δεν είναι πια βουβή. Ο θεατής θα πάρει στο τέλος θέση.
Η ζωή βρίσκει τελικά τον βηματισμό της. Απομονώνει αντικοινωνικές συμπεριφορές και έστω μέσα στην κινηματογραφική αίθουσα, παίρνουμε μια γεύση αισιοδοξίας.