
Αρκεί μονάχα αυτό το δίλεπτο-τρίλεπτο, με τον Gil, την αρραβωνιαστικιά του και τα πεθερικά του, στο τραπέζι του κυριλέ εστιατορίου, καθώς ο Woody Allen ξεμπερδεύει με συνοπτικές διαδικασίες με την Αμερική του tea party και των λοιπών νεοσυντηρητικών κρετίνων, για να του συγχωρήσω όλες τις σκηνοθετικές του ευκολίες. Μην παρεξηγηθούμε, η ταινία, «Μεσάνυχτα στο Παρίσι», μου άρεσε πολύ. Απλώς, είναι ότι ο σκηνοθέτης κάνει πια ταινίες για το «ευρύ» κοινό. Αυτή η τόλμη, που κάποτε χαρακτήριζε τις ταινίες του έχει γίνει light. Ίσως δε φταίει ο ίδιος. Ίσως η δυτική κοινωνία δέχεται χωρίς «ζόρι» κάποια ξεπερασμένα ταμπού. Το αποτέλεσμα… αυτό το υπόγειο, ανατρεπτικό, απελευθερωτικό χιούμορ να ξεκλειδώνει ήδη ορθάνοιχτες πόρτες.
Για τον νεοϋορκέζο συγγραφέα τηλεοπτικών σειρών, Gil (Owen Wilson), το Παρίσι αποτελεί την Μέκκα του πολιτισμού. Επίδοξος συγγραφέας ενός βιβλίου με περιεχόμενο τελείως διαφορετικό, από τα έως τώρα πονήματά του, θέλγεται από το στυλ, την φινέτσα και γενικά την τέχνη που παρήγαγε η Γαλλική πρωτεύουσα, τις πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα. Μέσα στο μυαλό του, ο κύκλος των διανοούμενων που έδρασε τα χρόνια εκείνα, όχι τόσο τα καλλιτεχνικά τους επιτεύγματα, αλλά το τρόπος ζωής τους, οι καθημερινότητα τους, ο μποέμικος χαρακτήρας τους, μυθοποιείται και παίρνει διαστάσεις ηρωικές. Δεν θέλει πολύ λοιπόν, καθώς η αρραβωνιαστικιά του, οι γονείς της και ο κύκλος τους κινούνται σε τελείως διαφορετικό μήκος κύματος και -ενώ βρίσκονται στο Παρίσι για κάποιο επαγγελματικό σκοπό του πεθερού- να πηδήξει από την πραγματικότητα… στο παρελθόν. Όταν το ρολόι κτυπά μεσάνυχτα, σαν σύγχρονος «σταχτοπούτος», ανεβαίνει στην δική του κολοκύθα- ένα Πεζό αντίκα των αρχών του 20ου αιώνα- και γνωρίζεται με τα ινδάλματά του.
Ο Ernest Hemingway, η Gertrude Stein, του δίνουν συμβουλές για το βιβλίο του, διασκεδάζει με τον Scott και την Zelda Fitzerald και φλερτάρει με την Adriana (Marion Cotillard) πρώην ερωμένη του Pablo Picaso.
Είναι ξεκάθαρο, ότι η αγάπη για το αυθεντικό είναι αυτή που οδηγεί τα βήματα του Gil, δηλαδή του ίδιου του Woody Allen, αφού για άλλη μια φορά ο πρωταγωνιστής του μιλά, κινείται και συμπεριφέρεται, σαν τον ίδιο τον σκηνοθέτη. Ότι φθάνει στο παρόν, σε κάθε παρόν, φθάνει αλλοιωμένο, έχοντας χάσει την αυθεντικότητά του. Η ανάγκη των ανθρώπων να φτιάχνουν μεγάλους ζωγράφους, μεγάλους συγγραφείς, μεγάλους μουσικούς, τόσο μεγάλους που να αποκόπτονται από την πραγματικότητά τους, ανοίγει τον δρόμο στον θρύλο.
Έτσι λοιπόν ο Woody Allen παίρνει θέση έξω από την «πολυκατοικία» του χρόνου. Ανεβοκατεβαίνει με το βλέμμα του τους ορόφους, τις δεκαετίες, συνδιαλέγεται με το παρόν και το παρελθόν, ανατέμνει την υπαρξιακή αυτάρκεια του ανθρώπου μετατρέποντάς την από κουκίδα, σε ευθύγραμμο χρονικό τμήμα.
Μια αισθηματική κωμωδία με happy end, με δυνατό σενάριο, αλλά με πολλά σκηνοθετικά κλισέ. Πάντα ενοχλούμαι, όταν ο σκηνοθέτης κλείνει συνωμοτικά το μάτι στον θεατή και αυτήν την φορά το παρακάνει, εκμεταλλευόμενος την γνώση του κοινού για τα ιστορικά πρόσωπα.
Εξαιρετική επιλογή του Owen Wilson για τον ρόλο του «φευγάτου Αμερικανού». Ο τρόπος που κινηματογραφεί το ελαφρά ασύμμετρο πρόσωπό του, παραπέμπει σε ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά, ίσως μια ακόμα πινελιά-μουτζούρα στα μούτρα της αμερικάνικης showbiz.