Αυτά που κουβεντιάζουμε, όταν ανάψουν τα φώτα. Ούτε κριτικός κινηματογράφου, ούτε ειδικός. Ίσως κάπου να υπάρχει κάποια πενικιλίνη για αυτό το μικρόβιο. Αυτό ψάχνουμε
Τρίτη 9 Μαρτίου 2010
Αναχωρήσεις-Okuribito
Ο Ιάπωνας σκηνοθέτης Yiojiro Takita, στην ταινία του «Αναχωρήσεις», καταφέρνει κάτι πολύ δύσκολο. Μιλάει λέξεις δύσκολες και δείχνει σοκαριστικές εικόνες, χωρίς να προκαλεί τον θεατή, ούτε για μια στιγμή. Φορτώνει στην αρχή της ταινίας τόσο υπερβολικά το κλίμα, που οι «δυσάρεστες» στιγμές βγαίνουν με απόλυτη φυσιολογικότητα, με την μέθοδο, θα μπορούσαμε να πούμε, της μασημένης μπουκιάς. Άλλωστε η πρόσληψη της τροφής κατέχει κεντρική θέση στην θανατερή αυτή ταινία, όπου οι εκφράσεις «Οι ζωντανοί τρώνε τους νεκρούς» και «Μου αρέσει τόσο, που μισώ τον εαυτό μου» αποκτούν μια συμβολική, αλληγορική διάσταση. Δεν είναι μόνο, βέβαια, η τροφή, η μέθοδος της εξοικείωσης με τον θάνατο. Τα νερά του ποταμού, τα σύννεφα, τα κύματα της θάλασσας, το πέταγμα των κύκνων και φυσικά η καινούργια ζωή, το έμβρυο, που μεγαλώνει στα σπλάχνα της γυναίκας, έρχονται να μαλακώσουν την μεταφυσική αγωνία. Όλα σε ελεγχόμενες δόσεις παρεμβαίνουν στην αφήγηση, ενώνουν τις σκηνές από το παρελθόν με το σήμερα και ταυτόχρονα αποκρυπτογραφούν τα συναισθήματα των ηρώων. Η μεγαλειώδης εισαγωγική σκηνή, της προετοιμασίας του νεκρού, με το μυστικό που αποκαλύπτει, έρχεται να προλάβει τον θεατή, να τον προετοιμάσει, για όσα θα ακολουθήσουν, έτσι ώστε η εξέλιξη της γύρω στα μέσα της ταινίας, να λειτουργήσει επεξηγηματικά έως διδακτικά.
Ο τσελίστας Daigo Kobayashi (Masahiro Motoki) μετά την διάλυση της ορχήστρας όπου εργάζεται στο Τόκυο, επιστρέφει στο σπίτι του, στο χωριό, μαζί με την σύζυγό του Mika (Ryoko Hirosue). Πιάνει δουλειά, ως βοηθός του Ikuei Sasaki (Tsutomu Yamazaki), στην επιχείρησή του, που αναλαμβάνει την φροντίδα των νεκρών πριν την αποτέφρωση ή την ταφή, ανάλογα με την θρησκευτική παράδοση. Αντιμετωπίζεται εχθρικά από το περιβάλλον του για αυτή του την επιλογή. Όταν ξεπερνά τον ενδόμυχο φόβο κάθε ζωντανού απέναντι στο άψυχο και με την καθοδήγηση του «μάστορα», μετατρέπεται σε ένα πραγματικό καλλιτέχνη. Ο σεβασμός στα τελετουργικά έθιμα, η αφοσίωση στην λεπτομέρεια, η αγάπη που επιδεικνύει για την τελειότητα, τον γεμίζουν αυτοπεποίθηση. Οι εκδηλώσεις ευχαριστίας και τα βλέμματα ανακούφισης των πενθούντων συγγενών μεταβάλλουν τον ψυχισμό του. Ο θάνατος, τελικά, φαίνεται πως είναι το αντίδοτο στον φόβο του θανάτου. Μένει όμως και κάτι ακόμα για να συμπληρώσει την ευτυχία του. Η συμφιλίωση με τις τραυματικές παιδικές του μνήμες, όταν ο πατέρας του τον παράτησε σε ηλικία 6 ετών, αυτόν και την μητέρα του και έφυγε για πάντα από την ζωή του.
Οι επαναλαμβανόμενες σκηνές μπροστά στους νεκρούς, οι επιδέξιοι χειρισμοί, η ανυπόκριτη στοργή, που επιδεικνύει, αφαιρούν τον στυγνό επαγγελματισμό. Οι προηγμένες κοινωνίες, που θέλουν να εξαφανίσουν το δυσάρεστο, να το κουκουλώσουν, όσο γίνεται γρηγορότερα, αναθέτουν σε γραφεία τελετών τον ρόλο, που σε πιο πρωτόγονους πολιτισμούς έπαιζε ο περίγυρος. Μέσα στην ταχύτητα και στην ρουτίνα χάνεται η ανθρωπιά. Για τον Daigo η ενασχόληση του με τις τελευταίες ώρες του σώματος των συνανθρώπων του σημαίνει απελευθέρωση.
Η ταινία, εκτός από τον αφηγηματικό της ιστό και τα στοιχεία γνωριμίας με την Γιαπωνέζικη κουλτούρα, έχει όλα εκείνα που χρειάζονται, για να βάλλει τον θεατή σε περιπέτειες σκέψης. Δεν μπαίνει σε επίπεδα μεταφυσικών ανησυχιών και όποτε οι διάλογοι εκτρέπονται προς τέτοιες κατευθύνσεις, γρήγορα γυρνούν σε ουσιωδέστερες και πιο γήινες αναφορές. Με σύμμαχο την μουσική, κύριο θέμα το “Ave Maria”, του Bach και καταπληκτικές ερμηνείες από το σύνολο των ηθοποιών και ιδιαίτερα τον Ikuei Sasaki, βρίσκει τον τρόπο να κουβαλήσει τα βλέμματα των θεατών σε λιμάνια προστατευμένα καλά.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου