Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2019

Ο Ιρλανδός (The Irishman)


Η κάμερα τρυπώνει και προχωρά αργά στους διαδρόμους και στα σαλόνια του οίκου ευγηρίας. Στέκεται επάνω από το αναπηρικό καροτσάκι του … συνταξιούχου πλέον εκτελεστή κάποιας περιφερειακής μαφιόζικης οικογένειας και αρχίζει ένας ανελέητος «βομβαρδισμός» πληροφοριών, ημερομηνιών, ονομάτων, η ατελείωτη μακρόσυρτη – πάνω από τρεις ώρες – εξιστόρηση του ιδίου του Frank Sheeran  (Robert De Niro).
Ένα τελευταίο – όχι πρόσφατο, ίσως μιας δεκαετίας πίσω – φλασμπακ , που αφορά την τελευταία αποστολή, αυτήν που καταφέρνει ίσως να του ξυπνήσει κάποια λίγα ανθρώπινα συναισθήματα ή τουλάχιστον να συνειδητοποιήσει, ότι ακόμα διαθέτει κάποια ίχνη από αυτά. Και ένα παλιότερο φλασμπακ, εναρμονισμένο και τέλεια συγχρονισμένο με το πρώτο, που αφορά όλη την ζωή του, από το «βάπτισμα του πυρός»,  στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, με την δολοφονία Γερμανών αιχμαλώτων εν ψυχρώ, μετά την απόβαση των Αμερικανικών στρατευμάτων στην Ιταλία έως την στράτευση του στην «οικογένεια» του  Russell Bufalino  (Joe Pesci) και την φιλία του με τον διεφθαρμένο αρχι-συνδικαλιστή Jimmy Hoffa  (Al Pacino).
Αν δεν ήταν το συγκεκριμένο team αυτών των ηθοποιών, και η μαεστρική σκηνοθεσία του Martin Scorsese, θα μιλούσαμε για … μια από τα ίδια. Τελικά η ωραιοποιημένη βία και οι ιστορίες των μαφιόζων έχουν γίνει πια ένα … εξαγώγιμο είδος του Αμερικάνικου κινηματογράφου. Ακόμα κι έτσι όμως, το να παρακολουθείς τον χαρακτήρα του Robert De Niro, να κινείται, σαν κουρδισμένο αυτόματο, να δολοφονεί,  ένας  τραμπούκος χωρίς ιδεολογικό παραπέτασμα (καμιά σχέση με τους δικούς μας) με μόνο κίνητρο το εύκολο χρήμα, την εξουσία, την ανάγκη να ανήκει κάπου, τον Al Pacino στον ρόλο του πληθωρικού, εξωστρεφή εργατοπατέρα και τον Russell Bufalino … μια επικίνδυνη σιγανοπαπαδιά, ο ορισμός του «νονού», φτάνει για να καταπιείς - όχι φυσικά αμάσητο - αυτό το τελευταίο έπος της βιομηχανίας του θεάματος.
Και μην ξεχνιόμαστε. Όπως όλοι του σιναφιού του, Ο Frank Sheeran  στην ιδιωτική του ζωή είναι ένας αξιαγάπητος οικογενειάρχης, βάζει την οικογένεια του πάνω απ’ όλα, την προστατεύει,  αγαπά τη γυναίκα του, τη μια μετά την άλλη - φυσικά -  και έχει ιδιαίτερη σχέση με την μεγάλη του κόρη  που τον φοβάται … ε … θαυμάζει τα κατορθώματά του.

Τετάρτη 31 Ιουλίου 2019

Οι Νεκροί Δεν Πεθαίνουν-The Dead Don't Die


Επαναλαμβανόμενοι διάλογοι, ατάκες που σπάνε κόκκαλα, υποδόριο χιούμορ και απέραντη ψυχραιμία, ακόμα κι όταν τα ζόμπι πεινασμένα για ανθρώπινα εντόσθια, καφέ και … τεχνολογικά γκάτζετ, εφορμούν στους κατοίκους της επαρχιακής κωμόπολης Centerville, που βρίσκεται κάπου στο βάθος κάποιας … εν τω βάθει μεσανατολικής πολιτείας.
Τα ρολόγια σταματούν, ο ήλιος κολλάει, η κάμερα πιάνει το αρρωστημένο του φως. Τα ζώα γίνονται επιθετικά ή εξαφανίζονται. Ο βοηθός του διοικητή του αστυνομικού τμήματος (Adam Driver) -γνώστης, έως ενός σημείου, του σεναρίου της ταινίας (όπως εξομολογείται αργότερα- on camera- όταν τα πράγματα σκουραίνουν) - διαπιστώνει επανειλημμένα, ότι αυτή η ιστορία δεν θα έχει καλό τέλος.
Οι τάφοι ανοίγουν, οι νεκροί σαν σπαστικά αυτόματα κατακλύζουν τους δρόμους, τις πλατείες, την ύπαιθρο. Τρίζουν τα θεμέλια της …τάξης και της ηθικής. Η …συντεταγμένη πολιτεία και οι εκπρόσωποί της, από τα φασιστοειδή του  τύπου “make America white again” μέχρι τον φιλοσοφημένο, αλλά παραδομένο στην χαυνωτική παραλυτική αδράνεια σερίφη  της (Bill Murray), χάνουν τον έλεγχο.
Ο ερημίτης Bob (Tom Waits) μια φιγούρα γραφική-σύμφωνα με τα κοινωνικά αποδεκτά πρότυπα – έξω από το σύστημα, αποστασιοποιημένα,  παρακολουθεί με τα κιάλια και καταγράφει το φαινόμενο. Τι είναι τελικά αυτή η επίθεση των δυνάμεων του σκότους; Ποιους αφορά και ποιοι κινδυνεύουν; Μια κοινωνία αναπτυγμένη, οικονομικά εύρωστη, μια κοινωνία των ίσων(;) ευκαιριών, που αυτοπροβάλλεται ναρκισσιστικά, ως το υποκείμενο της Τέταρτης Βιομηχανικής Επανάστασης, να πέφτει θύμα παιδαριωδών θεωριών μεταφυσικής δεισιδαιμονίας; Και από πού να περιμένει την σωτηρία; Μήπως η ιδιοκτήτρια του τοπικού γραφείου τελετών η μαγική Tilda Swinton  έχει την λύση; Θα μας σώσουν τελικά οι εξωγήινοι με τους ιπτάμενους δίσκους; Οι ψεκασμένοι αντεπιτίθενται!
Ένα σύγχρονο, σαρκαστικό και πολύ… rock πολιτικό σχόλιο σε συσκευασία ταινίας τρόμου από τον πάντα ώριμο Jim Jarmusch.


Τρίτη 30 Απριλίου 2019

Ένας ελέφαντας στέκεται ακίνητος-Da xiang xi di er zuo


Είναι αδύνατο να δει κανείς αυτήν την σύγχρονη κινέζικη ταινία και να μην την συνδυάσει με την ζωή του σκηνοθέτη της. Η πρώτη και η τελευταία ταινία μεγάλου μήκους, του Bo Hu, ο οποίος αυτοκτόνησε τον Οκτώβριο του 2017, λίγο μετά το τέλος του μοντάζ, σε ηλικία 29 ετών. Και μάλιστα πολύ μεγάλου μήκους, με διάρκεια 3 ώρες και 50 λεπτά, πράγμα που επιτρέπει το ισχυρισμό ότι ήθελε να προλάβει να τα πει όλα, ίσως μια κατάθεση ψυχής, μια εξομολόγηση και μια μαρτυρία για την ζωή των ανθρώπων σε αυτόν τον  Ασιατικό Τεχνο-Βιομηχανικό ...Ελέφαντα, που όπως φαίνεται, εκτός από την Παγκόσμια Οικονομία, καταβροχθίζει και χαμένες ψυχές.

Παράλληλες ιστορίες με πρωταγωνιστές καθημερινούς ανθρώπους, στην διάρκεια μιας μόνο ημέρας. Ιστορίες που συνομιλούν μυστικά, συμπλέκονται, συμπληρώνονται και στο τέλος αποκαλύπτονται. Άνθρωποι που αγωνιούν, σπαράσσονται, συγκρούονται και στο τέλος παραιτούνται. Δεν υπάρχει δύναμη μεγαλύτερη από την αδράνεια. Δεν υπάρχει δύναμη ικανή να μετακινήσει την παχύδερμη πραγματικότητα, ίσως αυτή η εμμονή με τον ακίνητο ελέφαντα στο ζωολογικό πάρκο στο Μανζούλι, να είναι για τους πρωταγωνιστές μια λύτρωση, μια ασυναίσθητη ομοιοπαθητική, αυτοθεραπευτική προσέγγιση.

Απέραντα μελαγχολική και απαισιόδοξη. Η κάμερα καδράρει στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών και αφήνει φλουταρισμένο τον περίγυρο. Ότι απειλεί, ότι εξουθενώνει απεικονίζεται θολό, παραμορφωμένο. Ένας θυμός ανερμάτιστος κυριεύει τους πάντες και τα πάντα. Τοπίο γκρίζο, υγρό και κρύο. Υποβαθμισμένες πόλεις, υποβαθμισμένα σχολεία, υποβαθμισμένες ανθρώπινες σχέσεις. Ο φακός ακολουθεί τις πλάτες, ακολουθεί τα βήματα, αναδεικνύει την μοναξιά, την υπαρξιακή αγωνία, φυλακίζει το αδιέξοδο. Ίσως ένα από τα ομορφότερα πλάνα, το τράβελινγκ της κάμερας στα δωμάτια του γηροκομείου. Εκπληκτικές ερμηνείες από το σύνολο των ηθοποιών και ένα μαγικό σάουντρακ, που απογειώνει την εικαστική φωτογραφία.

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2019

Κλέφτες Καταστημάτων-Manbiki kazoku


Γιαγιά, πατέρας, μητέρα, αδελφή, γιος και κόρη. Η αγία οικογένεια, ο πυρήνας, το κύτταρο της κοινωνίας. Δεσμοί αίματος που ενώνουν διαφορετικούς χαρακτήρες. Μαζί στα στραβά αλλά και στις χαρές της ζωής. Αλληλεγγύη, υποστήριξη, αγάπη, φροντίδα λέξεις ποτισμένες με το ενδιαφέρον του ενός για τον άλλο. Οικογένεια, το φυτώριο, ο τροφοδότης της κοινωνικής ζωής.
Η οικογένεια που πραγματεύεται ο Hirokazu Koreeda στην ταινία «Κλέφτες Καταστημάτων» (Manbiki kazoku) τα έχει όλα τα παραπάνω και μάλιστα σε υπερθετικό βαθμό εκτός από ένα. Της λείπουν οι δεσμοί αίματος.
Μια ταινία τρυφερή αλλά ταυτόχρονα οξυδερκής, χωρίς διάθεση διδακτισμού, κυλάει ήρεμα, περνάει τα μηνύματά της ανεπαίσθητα, αφήνει στον θεατή την δυνατότητα να εκφράσει τα συναισθήματά του με όποιον τρόπο εκείνος νομίζει καλύτερα. Θέλει να συγκινηθεί, να θυμώσει, να καταγγείλει, να γυρίσει το κεφάλι αδιάφορα από την άλλη πλευρά. Οι θεσμοί της πολιτείας είναι υποχρεωμένοι να λειτουργήσουν προς όφελος της μονάδας και ορθώς θα πράξουν. Η προστασία της ατομικότητας, τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι αδιαπραγμάτευτα σε κάθε κοινωνία. Προφυλάσσουν τα μέλη της από κάθε είδους εξωτερικό εξαναγκασμό και βαναυσότητα. Ο σκηνοθέτης δεν το αμφισβητεί, αφήνει όμως ανοιχτή μια χαραμάδα.
Μέσα από αυτήν την χαραμάδα βλέπουμε το σπίτι των Shibata. Αυτήν την οικογένεια που μοιάζει, όμως δεν είναι όπως οι άλλες. Με πλάνα σφιχτά, γεμάτα, με την κάμερα να χώνεται ανάμεσα στους ηθοποιούς σε απόσταση αναπνοής, να τους μεγαλώνει, να τους κόβει, να κλέβει τις στιγμές τους, να στριμώχνεται και να τους στριμώχνει.
Ο ερχομός ενός καινούργιου μέλους στην «οικογένεια» είναι ο καταλύτης των εξελίξεων. Τα κρυμμένα μυστικά διεκδικούν το φως. Οι ηθικές αξίες στέκουν ψηλά αναλλοίωτες αρκεί ένα νεύμα από τον σοφό, γέρο περιπτερά, μια νουθεσία χωρίς κραυγές, χωρίς τιμωρία, χωρίς ανταλλάγματα, μια τρυφερή δωροδοκία για να γυρίσει ο τροχός.
Τα δυο παιδιά, οι σύγχρονοι γιαπωνέζοι Όλιβερ Τουίστ και οι φτωχοδιάβολοι προστάτες τους, που «έκλεψαν» λίγη από την γλύκα της υποτιθέμενης οικογενειακής θαλπωρής, που έφτιαξαν τον δικό τους βωμό, ίσως πλαστό, όμως ιερότερο από κάποιους άλλους αυθεντικούς βωμούς,  θα λογοδοτήσουν οι καθένας ανάλογα με τις πράξεις του. Ποιος τελικά θα είναι ο χαμένος;

Τετάρτη 2 Ιανουαρίου 2019

Το ξέρουν όλοι (Todos lo saben)


Είχε όλες τις προδιαγραφές για μια σαπουνόπερα της σειράς. Ένα ερωτικό ειδύλλιο ανάμεσα στην πλούσια κόρη και στον φτωχό υπηρέτη. Ένας συμβατικός γάμος για την πρώτη στην ξενιτιά -για να τον ξεχάσει - και η οικονομική ανέλιξη του δεύτερου. Μετά από χρόνια θα γυρίσει ο τροχός, η πλούσια οικογένεια  χάνει την περιουσία της, όμως ο πρώην φτωχός και πρώην υπηρέτης, νυν ευκατάστατος και ευυπόληπτος οινοκαλλιεργητής καλείται να την συνδράμει.
Ο Asghar Farhadi μεγαλουργεί επάνω σε μια συνηθισμένη- χωρίς ίχνος πρωτοτυπίας- ιστορία. Βγάζει συνεχώς άσσους από το μανίκι. Τροφοδοτεί το παρόν με τα μυστικά του παρελθόντος. Γεμίζει τα κενά και ταΐζει την περιέργεια του θεατή με ισόποσες διαδοχικές πληροφορίες, όσες χρειάζονται για να τον κάνει συμμέτοχο στην ανακάλυψη των δραστών μιας απαγωγής, ενώ κατά βάθος η ίδια η απαγωγή είναι το πρόσχημα που θα κινητοποιήσει παλιές εν υπνώσει, αλλά ποτέ ξεχασμένες καταστάσεις.
Μια ρωγμή στον χρόνο που κυλάει- υποτίθεται- αρμονικά, για να σβήσει και θα θεραπεύσει  τα ανολοκλήρωτα πάθη. Αμ δε. Αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα και επάνω στο ραγισμένο ρολόι του καμπαναριού της εκκλησίας του χωριού, θα ξεκινήσει η αντίστροφη μέτρηση για την τραυματική ενηλικίωση της κόρης των πρωταγωνιστών. Μια μάνα, η υπέροχη Penelope Cruz, που για άλλη μια φορά τολμά να τσαλακώσει την εικόνα της, ένας θεός παρών για κάποιους και απών για κάποιους άλλους κινεί τα καρμικά νήματα και φέρνει στην επιφάνεια τις ταξικές διαφορές, που η φιλελευθεροποίηση των δυτικών κοινωνιών κουκούλωσε, αλλά δεν εξάλειψε εντελώς. Οι δυο εντελώς αντίθετοι χαρακτήρες, ο εξωστρεφής, δοτικός, παρορμητικός και ρωμαλέος Paco, απέναντι στον εγκεφαλικό, συνεσταλμένο, εσωστρεφή έως μεταφυσικό Alejandro, που ερμηνεύονται άψογα από τους Javier Bardem και Ricardo Darín αντίστοιχα. Δίπλα τους ένας θίασος εξαιρετικών ηθοποιών, με την Bárbara Lennie να ξεχωρίζει στον ρόλο της Bea και να μας χαρίζει μια σκηνή εικαστικής τελειότητας μπροστά στην καγκελόπορτα του σπιτιού, που βλέπει προς τον αμπελώνα, καθώς προσπαθεί να μεταπείσει τον Paco για την ήδη ειλημμένη απόφασή του.
Η σύγχρονη Ισπανία ταλαντεύεται ανάμεσα στην παράδοση και στον μοντερνισμό σε αυτό το σύγχρονο δράμα μυστηρίου.