Οι γήινοι έχουν μετατρέψει τον πλανήτη Πανδώρα σε ένα πειραματικό εργαστήριο. Έχουν εγκαταστήσει επάνω του μια επιστημονική και στρατιωτική αποικία και μελετούν την ανόργανη και την οργανική του ύλη. Παράλληλα, θέλουν να εξορύξουν το πολύτιμο μέταλλο, που βρίσκεται άφθονο επάνω του, αλλά για να γίνει αυτό, θα πρέπει να διώξουν τους κατοίκους από την περιοχή και να αντιμετωπίσουν ένα πολιτισμό πρωτόγονο τεχνολογικά, αλλά δεμένο με το περιβάλλον, με μια σχέση αδιατάρακτης οικολογικής ισορροπίας.
Το πώς θα γίνει αυτό, αποτελεί το θέμα της επικής ταινίας του James Cameron. Μιας ταινίας, που καταφέρνει για παραπάνω από δυόμιση ώρες να σε κρατήσει καθηλωμένο στο κάθισμα, με τα 3D γυαλιά να σε μεταφέρουν ακριβώς εκεί που εξελίσσεται η δράση, έτσι που αν απλώσεις το χέρι σου, αισθάνεσαι ότι μπορείς σχεδόν να αγγίξεις τους αιωρούμενους σπόρους, από το δένδρο της ζωής, αυτόν τον οργανισμό, που με τα τρισεκατομμύρια συνάψεις και νευρικές απολήξεις, είναι υπεύθυνος για την ροή της ενέργειας, ανάμεσα στον πλανήτη και στα όντα του.
Αν κάποιος αρχίσει να μιλά για την διαφορά θεώρησης της πραγματικότητας από τους δυο πολιτισμούς, τον γήινο και τον εξωγήινο, θα χάσει τελείως το νόημα της ταινίας. Αν αποφασίσει να μιλήσει για τον τρόπο οργάνωσης των κοινωνιών, από την μια μεριά ενός πατριαρχικού, επιθετικού, εξαπλωτικού, αποξενωμένου από την φύση συστήματος και από την άλλη ενός συστήματος βασισμένου στην ατομική ελευθερία, που κάθε του μέλος λειτουργεί, σαν ένας κρίκος στην αλυσίδα, που συνδέει ολόκληρο το οικοσύστημα, πάλι θα αδικήσει τον σκηνοθέτη και σεναριογράφο για τις προθέσεις του και τις επιδιώξεις του. Ακόμα και αν ξεφύγουμε τελείως από το επίπεδο το συλλογικό και ακουμπήσουμε το προσωπικό, τις σχέσεις ανάμεσα στα άτομα των διαφορετικών φυλών, ο τρόπος που αυτά προσεγγίζουν, ερωτεύονται και πεθαίνουν, ακόμα και τότε, αν θελήσουμε να κάνουμε συνειρμούς με την δική μας πραγματικότητα, με αναφορές σε φυλετική υπεροχή ή σε αποδοχή ανάμεσα μας του ξένου, του διαφορετικού, ακόμα και τότε, θα έχουμε μετατρέψει το χαλί, σε ολόκληρη την οικοσκευή.
Ο James Cameron παντρεύει την επιστημονική φαντασία με το παραμύθι. Ένας γάμος ανάμεσα στο χειροπιαστό και σε αυτό, που σίγουρα υπάρχει, αλλά πρέπει να ψάξεις, για να το βρεις βαθιά μέσα σου. Και τα γεννήματα αυτής της ένωσης, παιδιά άξιων γονιών, η περιπέτεια, η ποίηση και η μαγεία. Έτσι όπως βυθιζόμαστε, μαζί με το avatar του ανάπηρου πεζοναύτη Jake Sully (Sam Worthington), μέσα στην αφιλόξενη ζούγκλα του πλανήτη, γινόμαστε μάρτυρες πρωτόγνωρων εικόνων, χρωμάτων και ήχων. Από το σιδερένιο, το αλεξίσφαιρο, το γραφειοκρατικό της γήινης αποστολής, στο ρευστό, αυθεντικό, σοκαριστικά άγριο, ευγενικό μέσα στην πολυπλοκότητά του, περιβάλλον της Πανδώρας. Η μάχη που θα ξεσπάσει, η μάχη ανάμεσα στο καλό και στο κακό, συστατικό των ταινιών αυτού του είδους, έρχεται να διώξει την ενοχή, ακόμα και του πιο αυστηρού σινεφίλ, κατά την γνώμη μου. Δεν τίθεται εδώ θέμα παραδοχής. Ξέρω, τι ακριβώς έχω έρθει να δω και θα το διασκεδάσω. Καμιά έκπτωση αξιών, για χάρη του εύκολου, του προβλέψιμου, του αφελούς. Μια ολοκληρωτική παράδοση στην υπόθεση.
Τίποτα δεν θα ήταν κατορθωτό, χωρίς την σύγχρονη τεχνολογία. Μόνο με τα ειδικά εφφέ, με τα οποία είναι εξοπλισμένος ο κινηματογράφος του 21ου αιώνα, ήταν δυνατή η δημιουργία αυτής της πανδαισίας. Ενός κόσμου τόσο διαφορετικού και ταυτόχρονα τόσο ίδιου με αυτόν που βιώνουμε.
Το πώς θα γίνει αυτό, αποτελεί το θέμα της επικής ταινίας του James Cameron. Μιας ταινίας, που καταφέρνει για παραπάνω από δυόμιση ώρες να σε κρατήσει καθηλωμένο στο κάθισμα, με τα 3D γυαλιά να σε μεταφέρουν ακριβώς εκεί που εξελίσσεται η δράση, έτσι που αν απλώσεις το χέρι σου, αισθάνεσαι ότι μπορείς σχεδόν να αγγίξεις τους αιωρούμενους σπόρους, από το δένδρο της ζωής, αυτόν τον οργανισμό, που με τα τρισεκατομμύρια συνάψεις και νευρικές απολήξεις, είναι υπεύθυνος για την ροή της ενέργειας, ανάμεσα στον πλανήτη και στα όντα του.
Αν κάποιος αρχίσει να μιλά για την διαφορά θεώρησης της πραγματικότητας από τους δυο πολιτισμούς, τον γήινο και τον εξωγήινο, θα χάσει τελείως το νόημα της ταινίας. Αν αποφασίσει να μιλήσει για τον τρόπο οργάνωσης των κοινωνιών, από την μια μεριά ενός πατριαρχικού, επιθετικού, εξαπλωτικού, αποξενωμένου από την φύση συστήματος και από την άλλη ενός συστήματος βασισμένου στην ατομική ελευθερία, που κάθε του μέλος λειτουργεί, σαν ένας κρίκος στην αλυσίδα, που συνδέει ολόκληρο το οικοσύστημα, πάλι θα αδικήσει τον σκηνοθέτη και σεναριογράφο για τις προθέσεις του και τις επιδιώξεις του. Ακόμα και αν ξεφύγουμε τελείως από το επίπεδο το συλλογικό και ακουμπήσουμε το προσωπικό, τις σχέσεις ανάμεσα στα άτομα των διαφορετικών φυλών, ο τρόπος που αυτά προσεγγίζουν, ερωτεύονται και πεθαίνουν, ακόμα και τότε, αν θελήσουμε να κάνουμε συνειρμούς με την δική μας πραγματικότητα, με αναφορές σε φυλετική υπεροχή ή σε αποδοχή ανάμεσα μας του ξένου, του διαφορετικού, ακόμα και τότε, θα έχουμε μετατρέψει το χαλί, σε ολόκληρη την οικοσκευή.
Ο James Cameron παντρεύει την επιστημονική φαντασία με το παραμύθι. Ένας γάμος ανάμεσα στο χειροπιαστό και σε αυτό, που σίγουρα υπάρχει, αλλά πρέπει να ψάξεις, για να το βρεις βαθιά μέσα σου. Και τα γεννήματα αυτής της ένωσης, παιδιά άξιων γονιών, η περιπέτεια, η ποίηση και η μαγεία. Έτσι όπως βυθιζόμαστε, μαζί με το avatar του ανάπηρου πεζοναύτη Jake Sully (Sam Worthington), μέσα στην αφιλόξενη ζούγκλα του πλανήτη, γινόμαστε μάρτυρες πρωτόγνωρων εικόνων, χρωμάτων και ήχων. Από το σιδερένιο, το αλεξίσφαιρο, το γραφειοκρατικό της γήινης αποστολής, στο ρευστό, αυθεντικό, σοκαριστικά άγριο, ευγενικό μέσα στην πολυπλοκότητά του, περιβάλλον της Πανδώρας. Η μάχη που θα ξεσπάσει, η μάχη ανάμεσα στο καλό και στο κακό, συστατικό των ταινιών αυτού του είδους, έρχεται να διώξει την ενοχή, ακόμα και του πιο αυστηρού σινεφίλ, κατά την γνώμη μου. Δεν τίθεται εδώ θέμα παραδοχής. Ξέρω, τι ακριβώς έχω έρθει να δω και θα το διασκεδάσω. Καμιά έκπτωση αξιών, για χάρη του εύκολου, του προβλέψιμου, του αφελούς. Μια ολοκληρωτική παράδοση στην υπόθεση.
Τίποτα δεν θα ήταν κατορθωτό, χωρίς την σύγχρονη τεχνολογία. Μόνο με τα ειδικά εφφέ, με τα οποία είναι εξοπλισμένος ο κινηματογράφος του 21ου αιώνα, ήταν δυνατή η δημιουργία αυτής της πανδαισίας. Ενός κόσμου τόσο διαφορετικού και ταυτόχρονα τόσο ίδιου με αυτόν που βιώνουμε.